- μελαγγραφής
- μελαγ-γρᾰφής, ές,A marked with black, διφθέραι prob. for μελεγγρ- in E.Fr.627.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
μελαγγραφής — μελαγγραφής, ές (Α) γραμμένος με μαύρο χρώμα («διφθέραι μελαγγραφείς», Ευ p.). [ΕΤΥΜΟΛ. < μέλας, ανος + γραφής (< γραφή), πρβλ. αρτι γραφής, χρυσο γραφής] … Dictionary of Greek
μέλας — I Επώνυμο μεγάλης ηπειρωτικής οικογένειας με καταγωγή από τα Ιωάννινα. Μετά τον φόνο του αρματολού Γιάννου Μ. και τη δήμευση της μεγάλης αγροτικής περιουσίας της οικογένειας από τους Τούρκους κατά τα μέσα του 17ου αι., πολλά μέλη της αναγκάστηκαν … Dictionary of Greek